Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2018

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΕΝΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ-ΙΩΑΝΝΑ ΚΥΡΙΤΣΗ-ΤΖΙΩΤΗ


ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ

                         
 ΜΟΝΗ ΜΕ ΤΗ ΜΑΧΗ





            Ακουμπώντας το ακουστικό στη συσκευή, αμέσως μετά το δεύτερο στη σειρά τηλεφώνημα, το συνειδητοποίησα. Ο Βασίλης  θα έμενε για όσο χρειαζόταν  στο χωριό του, κοντά στην άρρωστη μάνα του, η Μαρίνα μου αλλάζοντας τελευταία στιγμή το πρόγραμμά της, στην Αγγλία κι εγώ μόνη, ολομόναχη στο σπίτι, Χριστουγεννιάτικα! “Άλλαξε η εξεταστική βρε μαμά! Πρέπει να μείνω εδώ να διαβάσω αν θέλω να περάσω το μάθημα, μου είπε, αφήνοντας με να ψιθυρίζω κάμποσα ξεψυχισμένα “δεν πειράζει αγάπη μου! Πάνω απ' όλα το διάβασμά σου. Εσύ να είσαι καλά”!
            Παρότι δεν ήμουν και συνεχίζω να μην είμαι από τους τύπους που παθιάζονται  με τις γιορτές κι όλα τα υπερβολικά που τις ακολουθούν, ίσως γιατί  στο σχολείο ζούσα πιο πολύ τη μαγική ατμόσφαιρα της προσμονής των γιορτών όπως τα παιδιά, θυμάμαι πως δε μου καθότανε καλά η όλη εξέλιξη. Ναι ήμουν μόνη. Και μάλλον θα περνούσα μόνη όλες τις γιορτές. . Ήταν Χριστούγεννα! Όλα το φώναζαν.  Η μυρωδιά από τους κουραμπιέδες και τα μελομακάρανα που σπάζοντας μου τη μύτη, πάσχιζαν φιλότιμα να γλυκάνουν  τη μοναχική θλίψη μου, οι κάρτες με ευχές στο τραπεζάκι και κυρίως το δέντρο.  Μεγάλο, φουντωτό, με περίμενε υπομονετικά  καταμεσίς του καθιστικού. Κάθε χρονιά σαν το έστηνα, σκεφτόμουν ποιο βλακώδες σκεπτικό με έκανε να αγοράσω ένα τόσο μεγάλο δέντρο, αλλά εκείνη τη στιγμή ειδικά βλέποντας το  γυμνό από  στολίδια με τα φωτάκια του να αναβοσβήνουν ανάμεσα στα πυκνά κλαδιά του, μιας κι αυτά μονάχα είχα προλάβει να κρεμάσω πριν πλακώσουν τα απανωτά τηλεφωνήματα, ένιωθα να ανάβουν τα δικά μου τα λαμπάκια. Ουφ! Ούτε να το βλέπω δεν ήθελα και πολύ περισσότερο δεν είχα καμιά όρεξη, να ανοίγω κουτιά, να ανεβοκατεβαίνω στη σκάλα για να κρεμάσω  πάνω του βραδυάτικα μπάλες,  καμπανούλες κι Άγιους Βασίληδες.  Αποφασίζοντας  λοιπόν πως άμεσα έπρεπε να το ξεφορτωθώ άρχισα το μάζεμα ξεκινώντας  την αποδόμηση από τα κλαδιά της κορυφής του. “ Ξουτ!  Τώρα εσύ! Πήγαινε  πίσω στην αποθήκη και του χρόνου βλέπουμε” μονολογούσα δυνατά κι ευτυχώς δηλαδή που έλειπε ο άντρας μου γιατί ήμουν σίγουρη πως αν με άκουγε, κουνώντας το κεφάλι του θα επαναλάμβανε για πολλοστή φορά, ότι δεν καταλάβαινε  τη λόξα μου, άντε το κουσούρι μου πιο ευγενικά,  να μιλάω μόνη μου δυνατά, περιμένοντας μάλιστα κι απάντηση.
            Ανεβάζοντας το πόδι μου στο δεύτερο σκαλί της βοηθητικής μεταλλικής σκαλίτσας την ανακάλυψα. Μάλλον πρώτα την ένιωσα και μετά την είδα. Βολεμένη πίσω από το μικρό κίτρινο λαμπάκι φαινόταν ολοκάθαρα και αυτή και ό ιστός της. Πολλές φορές με είχαν ταλαιπωρήσει τα καλλιτεχνήματα της. Ανακαλύπτοντάς τα κρεμασμένα ανάμεσα στις γωνιές των ταβανιών, σε κάποιες από τις σπάνιες εκρήξεις συγυριστικής μου μανίας, με την ξαραχνιάστρα πάλευα από μακριά να τα εξολοθρεύσω.  Όμως ποτέ, μα ποτέ δεν έτυχε να δω από τόσο κοντά την  δημιουργό και το έργο της. Με το λεπτό της κορμάκι, κρεμασμένη ανάμεσα στις ασημένιες υπέροχες κλωστές της, κουνιόταν απαλά. Ίδια χορεύτρια απ'την Ανατολή λικνιζόταν ανάμεσα στα απλωμένα διάφανα πέπλα της. Ιέρεια σε τελετουργία μυστική. Ακροβάτισα που εκτελούσε με ακρίβεια, το επικίνδυνο νούμερό της  περιστρεφόμενη σε διάφανο, γυάλινο στεφάνι. Με κατάλαβε. Κουνώντας γρήγορα τα νημάτινα ποδαράκια της, προσπάθησε να κρυφτεί. Πράγμα αδύνατο, αφού ήμουν τόσο μα τόσο κοντά της. Στην κυριολεξία  φάτσα απέναντί της. Κοιταχτήκαμε. Είδα τα γουρλωμένα μάτια της ακριβώς απέναντι στα δικά μου να με παρατηρούν.  Γεμάτα φόβο; Αγωνία; Ανησυχία; Απορία μάλλον για το τι την περίμενε μετά. Για το ποιο θα ήταν το επόμενο βήμα της που εκείνη τη στιγμή εξαρτιόταν αποκλειστικά από τη δική μου απόφαση. Θαρρετά, καρτερικά  σε θέση άμυνας κάμποσο περίμενε να δει τη συνέχεια  κι όταν κατάλαβε πως δε σκόπευα να την ξεσπιτώσω χριστουγεννιάτικα, νιώθοντας ασφάλεια με αγνόησε για να ριχτεί όλο κέφι στη δουλειά της. Ξαφνιασμένες μείναμε να χαζεύει η μιά την άλλη ώρες πολλές. Έγώ ακίνητη στον καναπέ κι εκείνη σε πλήρη δράση. Αεικίνητη, μπλεγμένη ανάμεσα στις ασημοκλωστές της, γαντζώνοντάς τις από κλαδί σε κλαδί έκανε ακούραστα, μεθοδικά εκείνο που τόσο περίτεχνα ήξερε να κάνει. Πόντο πόντο, στόλιζε το αδειανό από κάθε τεχνητό στολίδι εκείνο δέντρο μου, δίνοντας του μια όψη εξωπραγματική! Με τα φωτάκια του να αναβοσβήνουν μαγικά  μέσα από τη θαμπάδα των αραχνοκλωστών της, θύμιζε ουράνιο θόλο τρυπημένο από χιλιάδες, εκατομμύρια λεπτά ασημοαστέρια.
            Δε θυμάμαι πόσες μέρες , νύχτες την άφησα εκεί να πηγαινόρχεται φουριόζα. Μάλλον μέχρι ωσότου, δεν μ'επαιρνε άλλο. Έπρεπε να βγάλω  από το σαλόνι το αστόλιστο για όλους τους άλλους χριστουγεννιάτικο δέντρο μου και να αποχαιρετήσω τη μικρή μου αράχνη. Όσο πιο συνωμοτικά γινόταν τη φυγάδευσα από το παράθυρο και ποτέ δε  τη λησμόνησα. Ούτε αυτήν, ούτε τη σιωπηλή, θεραπευτική της παρέα. Μάχη τη βάφτισα και για να την ευχαριστήσω της έκανα ένα ετεροχρονισμένο χριστουγεννιάτικο δώρο! Ένα ολόδικό της, μόνιμο σπίτι απ'όπου κανείς δε θα μπορούσε  να την διώξει ποτέ. Ένα βιβλίο -σπίτι που γράφει το όνομά της στην πόρτα του.
“Τα Χριστούγεννα της Μάχης” , εκδ. Παπαδόπουλος.



            Ίσως να της άξιζε ένα πιο εντυπωσιακό, πιο μεγάλο σε σχήμα βιβλιόσπιτο. Κάποιο που στις ευρύχωρες σελίδες του θα  φάνταζαν ακόμα  πιο εντυπωσιακές οι υπέροχες εικόνες της Ίριδας Σαμαρτζή που το εικονογράφησε. Ίσως η ιστορία της επειδή δεν ήταν  τόσο χαρούμενη, να μην είχε την ίδια εκδοτική επιτυχία με  το βιβλίου μου “ Η Μπουγάδα του Αι- Βασίλη” που προηγήθηκε και να μην έφτασε ίσαμε την Κορέα.
Ίσως.....Όμως εγώ “Τα Χριστούγεννα της Μάχης¨ τα αγαπώ! Και μαζί μου  ξέρω πως τα αγαπούν και όσοι τα γνωρίζουν. Κατά τα άλλα  μένοντας πιστή στη λόξα, κουσούρι μου, όπως θέλετε πείτε το, συνεχίζω να κουβεντιάζω  μόνη μου φωναχτά στα δέντρα, τα λουλούδια, τα λιοντάρια, στους καρχαρίες, στο φεγγάρι, στις πασχαλίτσες , τις μέλισσες, τους λύκους και φυσικά στη συντρόφισσα  Μάχη. Όποτε τη συναντώ ποτέ δεν παραλείπω να της μεταφέρω τα όσα γλυκά λόγια μου λένε μικροί και μεγάλοι. Φίλοι που έτυχε , παίρνοντας την στα χέρια τους, να διαβάσουν την απλή και τόσο συχνή στη μέρες μας συγκινητική της ιστορία.

Ιωάννα Κυρίτση- Τζιώτη
Ιούλιος 2018

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου