Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΕΝΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ-ΓΙΟΛΑΝΤΑ ΤΣΟΡΩΝΗ-ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ


 Ζήτω η αγάπη!



Συνήθιζα τα πρωινά να πηγαίνω βόλτα το μικρόσωμο σκυλάκι μας, τον Πάρη. Μια μέρα, μέσα από τα τρύπια συρματοπλέγματα κάποιου οικοπέδου, βγαίνουν τρία μεγάλα σκυλιά. Αρχίζουν να μυρίζουν τον Πάρη. Στην αρχή τα πράγματα ήταν ήρεμα, όταν όμως εκείνος  πλησίασε το θηλυκό της αδέσποτης παρέας, του όρμησαν τα άλλα δύο και… άρχισε η μάχη! Όλα έγιναν εν ριπή οφθαλμού και στάθηκε αδύνατον να εμποδίσω την καταστροφή. Με μεγάλες προσπάθειες κατάφερα τελικά να σώσω το σκυλάκι μου από τα θυμωμένα σαγόνια τους, όμως ο τραυματισμός του ήταν σοβαρός. Υπέστη συντριπτικό κάταγμα της γνάθου, χρειάστηκε να του αφαιρεθούν σπασμένα δόντια και να έχει ειδικά σιδεράκια στο στόμα για όλη την υπόλοιπη ζωή του.


 Επί ένα μήνα φορούσε κολάρο, κάτι που δυσκόλευε αρκετά την καθημερινότητα και τον ύπνο του. Με το πάθημα αυτό του Πάρη αρχίζει το βιβλίο μου «Ζήτω η αγάπη!» που στόχο είχα, γράφοντάς το, να αναδείξω τη δύσκολη ζωή των αδέσποτων και να υποστηρίξω τον εθελοντισμό. Απευθύνεται σε παιδιά ηλικίας από 8-11 ετών και την εκπληκτική εικονογράφηση έχει κάνει η Θέντα Μιμηλάκη. Οι αναγνώστες, διαβάζοντάς το, θα μπουν στη θέση των ηρώων, θα συγκινηθούν, θα προβληματιστούν και θα χαρούν με την απρόσμενη εξέλιξη. Στο τέλος του βιβλίου θα βρουν πολλές δραστηριότητες που θα τους διασκεδάσουν και θα τους βάλουν στη διαδικασία να σκεφτούν δημιουργικά.

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2018

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΕΝΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ-ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΛΕ'Ι'ΜΟΝΗΣ


Πώς έγραψα «Το δέκατο έβδομο κιβώτιο»

 

 


Λένε πως η έμπνευση έρχεται και σε βρίσκει σε ανύποπτη στιγμή, αρκεί να είσαι έτοιμος να μην την αφήσεις να εκπέσει… ΄Ετσι συνέβη και στην περίπτωση του βιβλίου μου αυτού, καθώς έχοντας κατά νου να ασχοληθώ με κάποιο άλλο θέμα, διαβάζω κάποιο πρωϊνό καλοκαιριού μια είδηση σύμφωνα με την οποία «Ο αρχαιολόγος Δημήτρης Κουρκουμέλης δήλωσε στους δημοσιογράφος πως ούτε φέτος(2012) βρέθηκε το δέκατο έβδομο κιβώτιο από το ναυάγιο του καραβιού του ΄Ελγιν».
Τί είναι «το δέκατο έβδομο κιβώτιο; Γιατί δεν βρέθηκε; Και ποιοι το ψάχνουν ακόμα 220 χρόνια μετά; ΄Αρχισα να ψάχνω την υπόθεση με πολύ ενδιαφέρον «βουτώντας» σε μια ιστορία που έμοιαζε απίστευτη, σαν παραμύθι, ήταν όμως μια πολύ ενδιαφέρουσα πραγματικότητα που πολλοί μικροί αλλά και μεγάλοι αγνοούσαμε παντελώς. Το μοναδικό κιβώτιο από το ναυάγιο του «Μέντορα» του ΄Ελγιν αναζητείται ακόμα από την ομάδα ενάλιων αρχαιοτήτων με υπεύθυνο τον καθηγητή αρχαιολόγο, κύριο Δημήτρη Κουρκουμέλη. ΄Aνοιξα ένα αρχείο του word στον υπολογιστή μου, έχοντας πια ένα αρχείο κενό. ΄Ετσι άρχισε η δική μου έρευνα στοχεύοντας να γράψω ένα μυθιστόρημα για παιδιά προκειμένου να μάθουν αυτήν την παραμυθιακή πραγματικότητα. Από τη μια λοιπόν, προσπάθησα να αποδώσω με εύληπτο τρόπο τί έγινε τότε κι από την άλλη έστησα μια περιπέτεια σύγχρονη με μια παρέα παιδιών που κάνει διακοπές στα Κύθηρα κι εκεί συναντάει «το κύριο Δημήτρη, τον επιστήμονα», μπαίνοντας έτσι στο παιχνίδι να συμμετάσχουν μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας στην επιχείρηση «το κιβώτιο στο φως».
Αποτέλεσμα; Ένα παιδικό μυθιστόρημα που αγάπησαν τα παιδιά, το ζωγράφισαν με πολλή χαρά ενεργοποιώντας τη δημιουργική τους φαντασία, το είδα να ανεβαίνει σε θεατρικές παραστάσεις, άκουσα τραγούδια που τους στίχους έγραψαν με τους δασκάλους τους «πατώντας» σε γνωστές ελληνικές και ξένες μελωδίες, φωνάζοντας με πολλούς τρόπους πολύ δυνατά πως τα γλυπτά του Παρθενώνα δεν είναι «Ελγίνεια μάρμαρα» ούτε «πέτρες», ότι το δέκατο έβδομο κιβώτιο κάποτε θα βρεθεί, γιατί η ελπίδα δεν σβήνει ποτέ και τα κλεμμένα γλυπτά μας θα επιστρέψουν επιτέλους στη γη που τα γέννησε, στην Ελλάδα, εκεί που δικαιωματικά ανήκουν.



Το βιβλίο κυκλοφόρησε την ΄Ανοιξη του 2014 στη σειρά Περιστέρια των Εκδόσεων Πατάκη, ενώ το εξώφυλλο εικονογράφησε ο  Λευτέρης Κιουρτσόγογλου. Η Ελπίδα η Αφροδίτη, ο Προκόπης, ο Μάξιμος, ο Αριστείδης, συνεργάζονται άψογα με τη Φανή, τη φίλη τους που έχει χάσει πρόσφατα από ένα ατύχημα το φως της κι η «ομάδα των Κυθήρων» αγαπήθηκε από τους μικρούς αλλά κι από μεγαλύτερους αναγνώστες φτάνοντας το βιβλίο στην 5η έκδοση ενεργοποιώντας τη δημιουργική τους φαντασία, κάτι που με κάνει να χαμογελώ και να συνεχίζω με μια σειρά βιβλίων που κατ’ απαίτηση των αναγνωστών, εξερευνούν ένα άλλο ναυάγιο, τον «Τιτανικό της Αρχαιότητας», αυτό των Αντικυθήρων στο επόμενο βιβλίο μου «Το τέταρτο αλογάκι».
Ευχαριστώ θερμά
Διονύσης Λεμονής, συγγραφέας

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2018

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΕΝΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ-ΕΛΕΝΑ ΣΤΑΝΙΟΥ

ΤΟ ΜΠΑΟΥΛΟ ΣΤΗ ΣΟΦΙΤΑ

Η ιστορία ενός βιβλίου

 

 


Μπορεί Το μπαούλο στη σοφίτα να φαίνεται, με μια πρώτη ματιά, ένα παιδικό αφήγημα, δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Είναι κάτι πολύ περισσότερο για μένα. Είναι μια κατάθεση ψυχής, μια απόθεση αναμνήσεων και ευχάριστων προσωπικών στιγμών, που ο χρόνος άφησε ανέγγιχτες μέσα στην καρδιά και το μυαλό μου.
Η ιστορία εκτυλίσσεται σε δύο μεγάλες χρονικές βαθμίδες. Αρχικά, ο ήρωας βρίσκεται στο παρόν, όπου αρχίζει τη διήγησή του. Στη συνέχεια, η ιστορία μας μεταφέρει στο παρελθόν, όπου ο αναγνώστης ταξιδεύει μαζί με τον πρωταγωνιστή της ιστορίας, τον μικρό Αλέξανδρο, σε μια μαγευτική χώρα, περνώντας μια υπέροχη περιπέτεια, για να ξαναγυρίσουμε στο παρόν και η περιπέτεια να τελειώσει. Το βουνό των Κενταύρων, το Πήλιο, είναι ο τόπος όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα του παρελθόντος. Κι αυτό γιατί είναι το αγαπημένο μέρος των παιδικών μου καλοκαιριών, στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς.
Πρόκειται για ένα παιχνίδι με τον χρόνο, όπου ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να ξαναζήσει κάποιες στιγμές από την παιδική του ηλικία που θα του θυμίσει ο μικρός πρωταγωνιστής. Γιατί η έμφαση που δίνεται με την αφήγηση είναι η σημασία της παιδικής ηλικίας και ο ρόλος της φαντασίας στη ζωή του παιδιού. Το εξηγεί και ο Άνθος, το ξωτικό του μπαούλου, στον μικρό Αλέξανδρο, στο απόσπασμα που ακολουθεί:
...Λοιπόν, πρόσεξε, για να καταλάβεις. Μαζί με κάποιους φίλους μου προσπαθούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά να μη χάσουν την πλούσια φαντασία τους, γιατί έτσι θα πάψουν να ονειρεύονται και θα μεγαλώσουν σε έναν κόσμο ασπρόμαυρο, όπου δε θα υπάρχει χρώμα και όμορφα πράγματα, παρά μόνο σοβαροί και προγραμματισμένοι άνθρωποι, που δε θα έχουν χρόνο για τίποτε που να ξεφεύγει από τα αυστηρά πλαίσια των οργανωμένων δραστηριοτήτων τους!
Είναι δύσκολο να διατηρήσουμε μέσα μας το παιδί που ήμασταν κάποτε. Ίσως τίποτε γύρω μας να μην μας βοηθάει. Είναι απαραίτητο, όμως, όλοι να βρούμε κάποιον τρόπο, έστω να νιώθουμε τη σκιά του...! Για μένα ο τρόπος αυτός είναι το γράψιμο. Πήρα λοιπόν αυτό το μπαούλο, το άνοιξα και άφησα τον Άνθο να με οδηγήσει στην πανέμορφη χώρα του, εκεί όπου του υποσχέθηκα να διατηρήσω για πάντα στη μνήμη μου όλα όσα είδα, όλα όσα έζησα εκείνα τα καλοκαίρια, που τι δεν θα έδινα να ζούσα έστω και μία... μέρα τους, με τον παππού και τη γιαγιά. Και μετά... έγραψα... Κράτησα την υπόσχεσή μου. Όχι μόνο γιατί έζησα τότε τα πιο υπέροχα καλοκαίρια της ζωής μου, αλλά και γιατί θέλω να μπορούν και τώρα να ζουν έτσι τα παιδιά, όσο κι αν οι καιροί έχουν αλλάξει. Εύχομαι, πραγματικά, όλα τα παιδιά να ζουν στιγμές αξέχαστες, γεμάτες από όμορφες και χαρούμενες εικόνες, γεμάτες από παππού και γιαγιά, από ξεγνοιασιά και ανέμελες καλοκαιρινές εξερευνήσεις.
Έτσι έγραψα Το μπαούλο στη σοφίτα. Από την ανάγκη όχι μόνο να ξαναθυμηθώ, αλλά να καταφέρω να μείνουν για πάντα στη μνήμη μου εκείνες οι ανεπανάληπτες στιγμές της τρυφερής παιδικής ηλικίας. Και βέβαια, υπήρχε και μια άλλη μεγάλη ανάγκη· να αποτυπώσω, έστω και στο ελάχιστο, μία μικρή εικόνα της ιστορίας που κάποτε εκτυλίχθηκε στον Άγιο Βλάσιο Πηλίου, εκείνα τα μαύρα χρόνια της Κατοχής, όταν οι Γερμανοί κατακτητές έκαψαν το χωριό. Είναι μια ιστορία που την έχω ακούσει τόσες φορές από τον πατέρα μου και κάθε φορά η συγκίνηση είναι η ίδια, η φόρτιση η ίδια, αλλά και η απορία για το πόσα αποθέματα ψυχικού μεγαλείου και υπομονής είχαν τότε οι άνθρωποι, που, ενώ είδαν το βιος τους να καίγεται, εκείνοι κατάφεραν και ορθοπόδησαν. Κατάφεραν και ξεκίνησαν από την αρχή, με μόνη παρηγοριά ότι ήταν όλοι μαζί...
Και ο παππούς αρχίζει την ιστορία, για μία ακόμη φορά:

«Ήταν Γενάρης του 1944. Στο πιο πάνω χωριό από το δικό μας είχαν σκοτώσει έναν Γερμανό, και οι Γερμανοί, σε αντίποινα, όπως γινόταν συνήθως, διέταξαν να αδειάσει το χωριό από τα γυναικόπαιδα και να το κάψουν. Το σήμα δόθηκε, αλλά η μοίρα και η ζωή, δυστυχώς, παίζουν πολύ περίεργα παιχνίδια. Από λάθος υπολογισμό, θεωρήθηκε ότι ήταν το δικό μας χωριό που έπρεπε να καεί. Όλους τους άντρες θα μας μάζευαν και οι γυναίκες και τα παιδιά έπρεπε να φύγουν γρήγορα, χωρίς να πάρουν τίποτα μαζί τους. Τα υπάρχοντά μας θα τα έπαιρναν όλα οι κατακτητές και μετά θα έκαιγαν τα άδεια σπίτια μας. Ο μπαμπάς σας ήταν μικρό παιδάκι, μικρότερος από σένα Αλέξανδρε, αλλά αυτές οι στιγμές έχουν χαραχτεί για πάντα στη μνήμη του. Εγώ έφυγα κρυφά και είχα συνεννοηθεί με τη γιαγιά σας πού θα βρισκόμασταν, αν όλα πήγαιναν καλά. Η γιαγιά έμεινε πίσω με τον μπαμπά και το θείο σας να δουν αυτή την καταραμένη διαταγή να εκτελείται, να δουν το βιος μας να εξανεμίζεται… Και ήρθε ο Γερμανός αξιωματούχος και με το όπλο τεντωμένο έδιωχνε τη γιαγιά σας από το σπίτι. Αυτός μπήκε με την ακολουθία του κι αφού πήραν ό,τι μπόρεσαν από τα καλά μας πράγματα και την περιουσία μας, έβαλαν φωτιά. Η γιαγιά σας με τα δυο παιδιά άρχισαν την περιπλάνηση μέσα από τις ρεματιές, για να με βρουν. Στο δρόμο συναντούσαν διάσπαρτα σώματα από κάποιους κακόμοιρους συγχωριανούς μας που δεν τα κατάφεραν να ξεφύγουν από την οργή και το μίσος του κατακτητή. Πολύ αργότερα, και μέσα στην αγωνία, βρεθήκαμε. Ήμουν σε άσχημη κατάσταση, αλλά ζωντανός. Ούτε εγώ, αλλά ούτε και τα παιδιά θα ξεχάσουμε ποτέ τις κουβέντες της γιαγιάς σας εκείνη τη στιγμή, όταν τη ρώτησα αν τελικά κάηκε το σπίτι μας. Δε με νοιάζει, καλέ μου, ας τα έκαψαν όλα, ας μας πήραν τα πάντα. Αρκεί που είσαι εσύ ζωντανός».
Κάθε φορά που ο παππούς φτάνει σ’ αυτό το σημείο, σηκώνεται και πάει να πιει νερό. Στην πραγματικότητα, όμως, δε θέλει να δουν τα παιδιά ένα μεγάλο και βαρύ από τις αναμνήσεις δάκρυ που έχει μαζευτεί στην άκρη των ματιών του, εδώ και αρκετή ώρα, και, μην αντέχοντας άλλο, αυλακώνει τα μάγουλά του. Η γιαγιά χαμηλώνει το κεφάλι, νιώθοντας κι αυτή το ίδιο τσίμπημα στην καρδιά, αλλά ταυτόχρονα, την ίδια ανακούφιση, αφού τώρα βρίσκεται εδώ, περιτριγυρισμένη από τα αγαπημένα της πρόσωπα.
Κι ο παππούς συνεχίζει...
«Τους πήρα τότε όλους στην αγκαλιά μου και κλαίγαμε και από χαρά που βρεθήκαμε ξανά, αλλά και από πίκρα για την άδικα χαμένη περιουσία μας και από απελπισία για το τι θα γινόμασταν από δω και πέρα. Αυτά, όμως, έχει ο πόλεμος. Όλοι χάνουν κι από κάτι. Εμείς, ευτυχώς, χάσαμε μόνο υλικά πράγματα. Είχαμε ο ένας τον άλλο, κι αυτό μας έφτανε. Από τότε φιλοξενηθήκαμε για λίγο καιρό σε κάτι ξαδέρφια μου στο παρακάτω χωριό. Πάντα, βέβαια, κινούμασταν με προσοχή, για να μη δίνουμε στόχο, μια και δεν επιτρεπόταν να μένουν πολλά άτομα μαζί, όταν, μάλιστα, δεν ήταν εκεί από την αρχή.
»Όταν τελείωσε ο πόλεμος, χτίσαμε αυτό το σπίτι, όπως το γνωρίσατε εσείς, καλά μου παιδιά. Δεν είναι το ίδιο αρχοντικό σπίτι με το παλιό, αλλά δεν παύει να είναι από τα ωραιότερα σπίτια του χωριού».
. . . Και είχε δίκιο να καμαρώνει ο παππούς, γιατί κατάφερε να κάνει την καρδιά και την απελπισία του πέτρα και να δημιουργήσει μια καινούργια ζωή, να κάνει μια καινούργια αρχή για όλη την οικογένεια. Μα κι αυτό είναι που τον στήριξε. Αυτή η οικογένεια. Η γιαγιά με την αγάπη και την υπομονή της ήταν που έβαλε τα πρώτα θεμέλια στο νέο σπίτι. Και ήταν τα πιο γερά.
Όλη η αφήγηση αφήνει ένα άρωμα παιδικής ηλικίας και αθωότητας, ένα άρωμα που, δυστυχώς, όταν τελειώνει, δεν μπορούμε να το ξαναβρούμε, παρά μόνο με τις αναμνήσεις και τις θύμισες από κάποια υπέροχα χρόνια. Είναι ένα άρωμα από καλοκαίρια στο Πήλιο, από παππού και γιαγιά, από παιχνίδια και ατέλειωτες εξερευνήσεις.
Θέλω να πιστεύω πως πραγματοποίησα όσο καλύτερα γινόταν την υπόσχεση που είχα δώσει στο μικρό μου συνταξιδιώτη, όταν πριν από μόλις… τριάντα χρόνια μου χάρισε αυτή την απίστευτα μαγευτική εμπειρία, και που δεν ήταν λίγες οι φορές που νόμισα πως από κάποια γωνιά με παρατηρούσε ευχαριστημένος.
Πόσο γρήγορα, αλήθεια, περνάνε τα χρόνια! Τόσο γρήγορα, που μεγαλώνουμε χωρίς να το καταλάβουμε. Κι εκεί που είμαστε οχτώ χρονών παιδιά και ψαχουλεύουμε στη σοφίτα της γιαγιάς και του παππού, βρισκόμαστε να είμαστε μεγάλοι και σοβαροί άνθρωποι, να τρέχουμε αγχωμένοι στις δουλειές μας και τις υποχρεώσεις μας. Δεν έχουμε χρόνο πια για να ξεφυλλίζουμε, ανέμελα, παλιά κιτρινισμένα περιοδικά, όπως έκαναν, εκείνα τα όμορφα χρόνια, ο μικρός Αλέξανδρος και τ’ αδέλφια του. Μα κι ο παππούς και η γιαγιά δεν είναι πια εκεί. Έφυγαν για το δικό τους μαγικό ταξίδι…
Λυπάμαι που δεν μπορώ να ξαναπάω πια στη σοφίτα εκείνη του πηλιορείτικου σπιτιού μας, τη γεμάτη μαγεία, μυστήριο και όνειρα, τη γεμάτη από παππού και γιαγιά. Το μπαούλο, όμως, μένει πάντα στην ίδια θέση, έτοιμο για περιπέτεια, έτοιμο να πετάξει σε κόσμους, όπου μόνο παιδικές ψυχές μπορούν να γνωρίσουν.

Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2018

Συνέδριο ΙΒΒΥ 2018-Μαθήματα ζωής από τον Gregory Maguire

Ζωή σαν παραμύθι














Μια φορά κι έναν καιρό...
Όλα κυλούσαν ήρεμα στο συνέδριο της ΙΒΒΥ την τελευταία ημέρα, 1 Σεπτεμβρίου, ώσπου γύρω στη μία το μεσημέρι κάποιος ανέβηκε στην σκηνή τραγουδώντας...

Ήταν ο Αμερικανός συγγραφέας Gregory Maguire.
Στην αρχή ανέβηκε στην σκηνή και άρχισε να τραγουδάει για να τραβήξει την προσοχή του κοινού.
Μετά είπε πως αισθάνεται σαν στο σπίτι του και έβγαλε τα παπούτσια του και το σακάκι του επί σκηνής.
Αστειευτηκε με τους μεταφράστες και τους είπε ότι αυτός θα τους δώσει το σύνθημα πότε θα ξεκινήσει η μετάφραση.
Αναφέρθηκε  στο Κόκκινη κλωστή δεμένη και κάλεσε άτομο από το κοινό να ξετυλίξει την κλωστή από το αδράχτι. Στη συνέχεια μάς αποκάλυψε ότι έχει ελληνική καταγωγή. Η μητέρα του ήταν παιδί  Ελλήνων μεταναστών.
Όταν ήταν 13 ετών πέθανε η μητέρα της και ανέλαβε την ανατροφή των αδελφών της και βοηθούσε τον πατέρα της στο εστιατόριο. Διάβαζε πολύ αλλά τελείωσε μόνο το Δημοτικό. Η καλύτερη φίλη της ήταν το εξυπνότερο παιδί της τάξης και πήγε στο πανεπιστήμιο.
Αργότερα ο πατέρας του παντρεύτηκε την καλύτερη φίλη της μητέρας του. Ανέθρεψε τα παιδιά της φίλης της και απέκτησε μαζί του αλλά τρία παιδιά.

Ο ίδιος είπε ότι χρωστάει πολλά στη μητριά του. Το παραμύθι τον βοήθησε να τα βγάλει πέρα στη ζωή του. Είναι η λογοτεχνία των φτωχών και εκεί κερδίζει πάντα το δίκιο. Τα βιβλία του είναι εμπνευσμένο από τα κλασικά παραμύθια του Άντερσεν και των Γκριμ αλλά και βιβλία όπως η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων και Ο μάγος του Οζ.
Έχει τρία υιοθετημένα παιδιά από την Καμπότζη και τη Γουατεμάλα.
 Στο τέλος είπε πως τα βιβλία μας οδηγούν στο φως και άνοιξε ένα βιβλίο που έβγαζε φως από μέσα του.
Και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα...

Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2018

ΣΤΙΓΜΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΙΒΒΥ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

Ημέρα τρίτη & Τελετή λήξης


Η τελευταία ημέρα του συνεδρίου της ΙΒΒΥ τα είχε όλα: επιστημονικό ενδιαφέρον, χαρα, συγκίνηση, κέφι και χορό!
Η μέρα ξεκίνησε με την συζήτηση της dr Leyla Makthabi Fard με την καθηγήτρια Τζίνα Καλογήρου για το τι σημαίνει να είναι κανείς σήμερα γυναίκα στο Ιράν.
Ακολούθησαν ενδιαφέρουσες διαλέξεις για το εικογραφημένο βιβλίο, τη μετάφραση, την διαφορετικότητα, το προσφυγικό ζήτημα.
ΑκολουΑκολ συζήτηση στρογγυλής τραπέζης αναμεσα στην Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, τον Βαγγέλη Ηλιόπουλο, την Katherine Paterson, τον Igor Oleynikov και την Eiko Kadono για την παιδική λογοτεχνία και την κρίση. Η Eiko Kadono πιστεύει πως αυτό που ζούμε δεν είναι κρίση αλλά ωδίνες που θα οδηγήσουν στη γέννηση κάτι νέο. Ο Igor Oleynikov συμφώνησε μαζί της αλλά δήλωσε πως είναι περισσότερο απαισιόδοξος. Η Katherine Paterson θυμήθηκε την κληρονομιά της Jella Lepman και απολογήθηκε για τον μοιραίο ρόλο



















της χώρας της σε πολλές χώρες του κόσμου. Η Λότη Πέτροβιτς αναφέρθηκε στην ανάγκη να διατηρηθεί η ελπίδα και η αισιοδοξία μέσω του παιδικού βιβλίου. Ο Βαγγέλης Ηλιόπουλος προσέγγισε το θέμα από την πλευρά του αναγνώστη.
Η ομιλία του Gregory Maguire θα μείνει αξέχαστη για καιρό. Μέσα από το παραμύθι της προσωπικής του ιστορίας μίλησε για την αξία των παραμυθιών και το φως που φέρνουν στην ζωή μας τα βιβλία. Έκανε την αίθουσα να δακρύσει και να τον χειροκροτεί όρθια.
Ο Michael Neuerberger έκλεισε το συνεδριακό μέρος μιλώντας για τις εικονογραφικές εκθέσεις της ΙΒΒΥ ανά τον κόσμο.
Η τελετή λήξης ειχε πολλές συγκινητικές στιγμές. Ευχαριστήριες ομιλίες, αλλαγή σκυτάλης στην προεδρία, παράδοση στην ρωσική αντιπροσωπεία για το συνέδριο του 2020 στη Μόσχα και την ιστορία του Ελληνικού Κυκλου Παιδικού Βιβλίου να ανεβαίνει επί σκηνής. Η τελετή έκλεισε με χορό και τραγούδι.
Ραντεβού στη Ρωσία το 2020!