Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2018

ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΝΟ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ













Την Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018 το Παιδαγωγικό τμήμα του ΕΚΠΑ και η μεταπτυχιακή κατεύθυνση Λογοτεχνία με υπεύθυνη την καθηγήτρια Βίκυ Πάτσιου πραγματοποίησαν στο κτίριο του παλιού Πανεπιστημίου ημερίδα για τα 40 χρόνια προσφοράς του συγγραφέως Μανου Κοντολέων στην ελληνική λογοτεχνία.
Το αμφιθέατρο ήταν κατάμεστο από νωρίς το πρωί μέχρι αργά το απόγευμα που ολοκληρώθηκαν οι εργασίες της ημερίδας. Ελπιδοφόρα ήταν η παρουσία πολλών νέων ανθρώπων, κυρίως φοιτητών, που παρακολούθησαν με ενδιαφέρον και προσήλωση τις εισηγήσεις των διακεκριμένων ομιλητών από την αρχή μέχρι το τέλος. Άλλωστε πολλά από τα έργα του συγγραφέως αφορούν τα παιδιά, τους εφήβους και τους νέους.
Οι ομιλητές αναφέρθηκαν και ανέλυσαν πολλές πτυχές του έργου του Μάνου Κοντολέων.
Πιο αναλυτικά:

Αναλυτικό Πρόγραμμα

ΤΡΙΤΗ 27 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2018

09:30-10:00 Προσέλευση και εγγραφή συνέδρων
10:00-10:30 Χαιρετισμοί
Ναπολέων Μαραβέγιας, Αναπληρωτής Πρύτανη Διοικητικών Υποθέσεων, Ε.Κ.Π.Α., Θωμάς Μπαμπάλης, Κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών της Αγωγής, Ε.Κ.Π.Α., Βίκυ Πάτσιου, Πρόεδρος του Παιδαγωγικού Τμήματος ΔημοτικήςΕκπαίδευσης, Ε.Κ.Π.Α., Γιώργος Χουλιάρας, Πρόεδρος της Εταιρείας Συγγραφέων, Βασιλική Νίκα, Πρόεδρος του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου
ΠΡΩΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑ
Πρόεδρος: Θωμάς Μπαμπάλης
10:30-10:50 Βίκυ Πάτσιου, «Μάνος Κοντολέων: Σταθμοί στη συγγραφική του πορεία»
10:50-11:10 Τζίνα Καλογήρου, «Πολύτιμα δώρα: Ο Μάνος Κοντολέων στον μαγικό καθρέφτη του παραμυθιού»
11:10-11:30 Άντα Κατσίκη-Γκίβαλου, «»Εικόνα σου είμαι, κοινωνία, και σου μοιάζω»: Η σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα στα εφηβικά μυθιστορήματα του Μάνου Κοντολέων»
11:30-11:50 Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, «Ο «Άλλος» σε βιβλία του Μάνου Κοντολέων για παιδιά και εφήβους»
11:50-12:10 Δημοσθένης Δασκαλάκης «Κρίση και παιδική ηλικία: το κοινωνιολογικό παράδειγμα στο έργο του Μάνου Κοντολέων»
12:10-12:30 Χάρης Μπαμπούνης – Γιούλα Κωνσταντοπούλου, «Χρόνος-μνήμη, πρόσληψη της ιστορίας και αφηγηματική λειτουργία: Μάνος Κοντολέων, Ο χαρταετός της Σμύρνης»
12:30-12:50 Διάλειμμα και καφές
ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑ
Πρόεδρος: Βίκυ Πάτσιου
12:50-13:10 Θανάσης Τριαρίδης, «Μάνος Κοντολέων: από τη δεδομένη κανονικότητα στη διεκδικούμενη ταυτότητα»
13:10-13:30 Βαγγέλης Ηλιόπουλος, «»Ο μικρός Μάνος κι η μαγική μπέρτα» ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα για μια πρώτη γνωριμία των
παιδιών με το έργο του συγγραφέα Μάνου Κοντολέων, βασισμένο στα αυτογραφικά στοιχεία και στις αναπαραστάσεις της παιδικής ηλικίας στα κείμενά του για παιδιά σχολική ηλικίας»
13:30-13:50 Κωνσταντίνα Τσώλη – Θωμάς Μπαμπάλης, «Προτάσεις δημιουργικής αξιοποίησης του ανθολογίου: ένα παράδειγμα εφαρμογής στο κείμενο «Αποκριάτικη Ιστορία» του Μάνου Κοντολέων»
13:30-13:50 Αλεξάνδρα Ζερβού, «Οι κλασικοί και ο Μάνος Κοντολέων: Αναγνώσεις, Αναδιηγήσεις, Αναμετρήσεις»
13:50-14:10 Διαμάντη Αναγνωστοπούλου, «Αμαρτωλή πόλη ή Αμαρτωλή πολιτεία: η αποτύπωση της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης στο εφηβικό μυθιστόρημα του Κοντολέων»
14:10-14:30 Μένη Κανατσούλη, «Αναζητώντας τα όρια του σώματος στην Ιστορία ευνούχου του Μάνου Κοντολέων»
14:30-15:00 Διάλειμμα και γεύμα
ΤΡΙΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑ
Πρόεδρος: Τζίνα Καλογήρου
15:00-15:20 Ανδρέας Καρακίτσιος, «Αναγνώσεις ετερότητας στο έργο του Μάνου Κοντολέων»
15:20-15:40 Μαίρη Δημάκη-Ζώρα, «Ταυτότητα και θεατρικός ρόλος στο έργο του Μάνου Κοντολέων Μάσκα στο Φεγγάρι. Η ανάδυση της
προσωπικότητας μέσα από το προσωπείο»
15:40-16:00 Γιάννης Παπαδάτος, «Ο μαγικός ρεαλισμός σε έργα του Μάνου Κοντολέων»
16:00-16:20 Ελπινίκη Νικολουδάκη-Σουρή, «Ο μονόλογος της Κασσάνδρας στη Μαύρη Άμμο: συνέπεια και αποκλίσεις από τον μύθο
του λογοτεχνικού προσώπου»
16:20-16:40 Τασούλα Τσιλιμένη, «Συνομιλώντας με τους κλασικούς: Η περίπτωση του Μάνου Κοντολέων (Το βιβλίο της ζωής του Μεγάλου Γαργαντούα όταν ακόμα ήταν παιδί και νέος άντρας)
16:40-17:00 Χρύσα Κουράκη, «Η Κασσάνδρα στην Αμαρτωλή πόλη: η αναζήτηση δυο ηρωίδων και της πορείας εξέλιξης-ενηλικίωσής
τους»
17:00 Μάνος Κοντολέων Έψαχνα πάντα τις λέξεις
Ερωτήσεις-συζήτηση

Συντελεστές

Επιστημονική Επιμέλεια: Βίκυ Πάτσιου, ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ Π.Τ.Δ.Ε. / Ε.Κ.Π.Α.
Επιμέλεια και Οργάνωση Θεατρικών Δρώμενων: Τάκης Τζαμαργιάς, ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ, Ε.Ε.Π. Π.Τ.Δ.Ε / Ε.Κ.Π.Α.
Διαβάζει ο ηθοποιός Πατρίκιος Κωστής
Τεχνική Υποστήριξη: Γιώργος Κουτρομάνος, ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Π.Τ.Δ.Ε / Ε.Κ.Π.Α.
Γραμματειακή Υποστήριξη: Χριστίνα Δράκου, Υπ. Δρ.

Η ημερίδα έκλεισε με ομιλία του ιδίου του συγγραφέως για τα 40 χρόνια της λογοτεχνικής του δημιουργίας.
Πολλά συγχαρητήρια στους διοργανωτές για την άρτια διοργάνωση!

Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2018

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΕΝΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ-ΕΛΕΝΗ ΓΕΩΡΓΟΣΤΑΘΗ


Τελικά θα γράψουμε τεστ;




Οι ιδέες για τα βιβλία μου συνήθως με βρίσκουν στα πιο απίθανα σημεία: σε περιπάτους στη γειτονιά, πάνω από μια κατσαρόλα στην κουζίνα, σε μια ανάπαυλα της δουλειάς ή ενώ οδηγώ. Και συνήθως δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τον τόπο, τον χρόνο ή την περίσταση που επιλέγουν να εμφανιστούν.
Στο Τελικά θα γράψουμε τεστ; το πράγμα λειτούργησε εντελώς διαφορετικά. Η ιδέα για αυτό το βιβλίο μού ήρθε εκεί ακριβώς που θα περίμενε κανείς: σε ένα παιδικό δωμάτιο – της μεγάλης μου κόρης συγκεκριμένα, που τότε ήταν ακόμα στις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Εκεί πρωτοεμφανίστηκε στο κεφάλι μου ένας πιτσιρικάς –Βασίλη τον βάφτισα αργότερα– που, στην προσπάθειά του να αποφύγει το διάβασμα, βρίσκει έναν τρόπο να τρυπώσει στο μυαλό της δασκάλας του για να δει αν εκείνη θα βάλει την επόμενη μέρα τεστ στην τάξη του. Τον τρόπο δεν τον είχα βρει, υπέθεσα γενικά και αόριστα ότι θα επρόκειτο για κάποιου είδους συσκευή που θα διάβαζε τη σκέψη, είχα όμως ήδη σκιαγραφήσει την εικόνα της δασκάλας, της κυρίας Περσεφόνης – για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο, εκείνη επέλεξε να μου συστηθεί με το καλημέρα. Ήταν μια κυρία κοντά στη σύνταξη, μοναχική, κάπως παλιομοδίτισσα στις διδακτικές μεθόδους της και φαινομενικά βαρετή. Κουρασμένη από τη ζωή, αλλά –ήμουν σίγουρη– με μια κρυφή φλόγα, μια –απωθημένη ίσως– επιθυμία για περιπέτεια. Μπαίνοντας μες στη σκέψη της –κι αυτό το ήξερα εξαρχής–, ο Βασίλης θα ανακάλυπτε μια τελείως διαφορετική δασκάλα από εκείνη που ήξερε, μια κυρία Περσεφόνη που θα σκεφτόταν τα πάντα εκτός από το αν την επόμενη μέρα θα έβαζε τεστ στους μαθητές της. Και κάπως έτσι ανάμεσα στους δυο τους θα διαμορφωνόταν ένα νέο είδος επικοινωνίας, μια συνωμοτική σχέση αμοιβαίας επίγνωσης κι αλληλοκατανόησης.
Η ιδέα για εκείνη την ιστορία έμεινε αδρανής για πολύ καιρό στο μυαλό μου, συγκατοικώντας με άλλες, πιο ετοιμοπόλεμες. Στη χάση και στη φέξη όμως αναδυόταν μια νέα σκηνή: η κυρία Περσεφόνη στην κουζίνα της να ετοιμάζει σαλάτα, η κυρία Περσεφόνη να μαρσάρει στους δρόμους, η κυρία Περσεφόνη να αγοράζει μακαρόνια και ρύζια στο σούπερ μάρκετ. Εξακολουθούσαν ωστόσο να λείπουν μερικά κομμάτια, όπως και μια φωνή, εκείνη που θα έδινε τον ρυθμό, τον τόνο στην αφήγηση.
Είχαν περάσει κοντά δυο χρόνια από την αρχική μου ιδέα όταν μια μέρα τα παιδιά μου με ρώτησαν, με αφορμή κάτι που είχαν ακούσει: «Μαμά, γίνεται ένας άνθρωπος να διαβάζει μυαλά;» Δε συνέδεσα εξαρχής εκείνη την κουβέντα με τη μισοτελειωμένη ιστορία που αναπαυόταν ήσυχη σε μια γωνιά του μυαλού μου, αλλά αυτές οι δυο λέξεις, «διαβάζει μυαλά», μου φάνηκε ότι διέθεταν μες στην απλότητά τους μια απίστευτη δυναμική. Συχνά, σε ανύποπτο χρόνο, τις ανακαλούσα και πάντα εντυπωσιαζόμουν από την ισχύ τους μέσα μου. Ώσπου ένα πρωί σαν όλα τ’ άλλα, έχοντας μόλις καθίσει στο γραφείο μου να δουλέψω, συνειδητοποίησα ότι οι δυο εκείνες λέξεις ήταν αυτό ακριβώς που ζητούσα, ο μοχλός, η κινητήρια δύναμη, που θα ενεργοποιούσε την αδρανή ιστορία μου: Βλέπετε, ένα παιδί, και μάλιστα ζωηρό και σκανταλιάρικο σαν τον ήρωά μου τον Βασίλη, δε θα μιλούσε ποτέ για μια συσκευή που «διαβάζει τη σκέψη» αλλά για μια συσκευή που, έτσι απλά, αυτονόητα, ανεξήγητα, μαζικά, χωρίς περιττές περιγραφές και ατέλειωτες διευκρινίσεις, με το πάτημα ενός και μόνο πλήκτρου, «διαβάζει μυαλά»! Με τον ίδιο τρόπο που «παίζει τραγούδια», «στέλνει μηνύματα» ή «δείχνει ταινίες».
Ξαφνικά, ολόκληρη η ιστορία αναδύθηκε μπροστά μου. Παράτησα ό,τι έκανα κι άρχισα να γράφω. Η αμεσότητα εκείνης της φράσης στάθηκε ο οδηγός μου για το ύφος και τον τόνο της πρωτοπρόσωπης αφήγησης και με οδήγησε στην απόφαση η συσκευή «ανάγνωσης της σκέψης» να είναι κάτι απλό, καθημερινό και οικείο, ίσως ένα εξελιγμένο είδος τάμπλετ. Όσο για τους ήρωές μου, ήταν σαν να τους ήξερα από πάντα – κι όχι μονάχα επειδή τους φιλοξενούσα τόσον καιρό μες στο κεφάλι μου. Ο Βασίλης κι η ανάγκη του να μετατρέψει ένα βαρετό απόγευμα κλεισμένος στο διαμέρισμα σε μια φανταστική περιπέτεια εξωφρενικών διαστάσεων με πήγαινε κατευθείαν στον δικό μου παιδικό εαυτό. Και η έξω απ’ το σχολείο κυρία Περσεφόνη, έχοντας απεκδυθεί τον μανδύα της αυστηρής δασκάλας, μ’ ένα σωρό έγνοιες, αγωνίες, επιθυμίες και συναισθήματα, μου ήταν τόσο οικεία όσο κι οι δυο δάσκαλοι με τους οποίους πέρασα όλη μου την παιδική ηλικία – οι γονείς μου.
Γράφοντας εκείνο το πρωί, είδα πολλά επιμέρους ζητήματα να αναδύονται στην επιφάνεια της ιστορίας μου – η τεχνολογία και τα όριά της, η σχέση δασκάλου-μαθητή, η ευκολία με την οποία βάζουν προσωπεία οι άνθρωποι, η μετανάστευση των νέων σε άλλες χώρες, οι προσδοκίες των γονιών για τα παιδιά τους, η μοναξιά κάποιων μεγάλων ανθρώπων. Μικρά ή μεγάλα, δεν ήταν στις προθέσεις μου να τα τραβήξω, να τα ξεχειλώσω, να διδάξω κάτι μέσα από αυτά. Το ζητούμενό μου ήταν να πω μια διασκεδαστική ιστορία που ωστόσο δε θα απέφευγε ούτε την πραγματικότητα ούτε τις όποιες συναισθηματικές της προεκτάσεις. Όσο για οριστικές και μονοσήμαντες απαντήσεις, αυτές προτίμησα να τις αποφύγω μέχρι τέλους. 


Η ιστορία γράφτηκε μέσα σε μία μόνο μέρα. Δεν έφαγα, δεν ξεκουράστηκα, δεν ασχολήθηκα με τη δουλειά μου, δεν έκανα τίποτ’ άλλο ώσπου να τη δω να ολοκληρώνεται. Λες κι αν την εγκατέλειπα θα με εγκατέλειπε κι αυτή. Και μετά την άφησα λίγο να ξεκουραστεί και, ως συνήθως, τη διάβασα ξανά και ξανά, μόνη μου αλλά και στους δικούς μου ανθρώπους, δεκάδες φορές. Κι όσο περισσότερο τη διάβαζα και τη διόρθωνα, τόσο ευκρινέστερα παγιωνόταν μέσα μου ό,τι υποσυνείδητα είχα αντιληφθεί ήδη από την ώρα που την πληκτρολογούσα στον υπολογιστή: ότι αυτό το κείμενο έμοιαζε να έχει γραφτεί για να το εικονογραφήσει η Ναταλία Καπατσούλια. Όπως αποδείχτηκε, δεν ήμουν η μόνη που έκανε αυτή τη σκέψη, και πράγματι την εικονογράφηση του Τεστ την ανέλαβε η Ναταλία. «Την κυρία Περσεφόνη την ξέρω!» μου έγραψε όταν έλαβε και διάβασε το κείμενο. Κι αυτή της η κουβέντα μού ήταν παραπάνω από αρκετή για να είμαι σίγουρη πως η ιστορία μου είχε πάει στα κατάλληλα χέρια.

Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2018

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΕΝΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ-ΙΩΑΝΝΑ ΚΥΡΙΤΣΗ-ΤΖΙΩΤΗ


ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ

                         
 ΜΟΝΗ ΜΕ ΤΗ ΜΑΧΗ





            Ακουμπώντας το ακουστικό στη συσκευή, αμέσως μετά το δεύτερο στη σειρά τηλεφώνημα, το συνειδητοποίησα. Ο Βασίλης  θα έμενε για όσο χρειαζόταν  στο χωριό του, κοντά στην άρρωστη μάνα του, η Μαρίνα μου αλλάζοντας τελευταία στιγμή το πρόγραμμά της, στην Αγγλία κι εγώ μόνη, ολομόναχη στο σπίτι, Χριστουγεννιάτικα! “Άλλαξε η εξεταστική βρε μαμά! Πρέπει να μείνω εδώ να διαβάσω αν θέλω να περάσω το μάθημα, μου είπε, αφήνοντας με να ψιθυρίζω κάμποσα ξεψυχισμένα “δεν πειράζει αγάπη μου! Πάνω απ' όλα το διάβασμά σου. Εσύ να είσαι καλά”!
            Παρότι δεν ήμουν και συνεχίζω να μην είμαι από τους τύπους που παθιάζονται  με τις γιορτές κι όλα τα υπερβολικά που τις ακολουθούν, ίσως γιατί  στο σχολείο ζούσα πιο πολύ τη μαγική ατμόσφαιρα της προσμονής των γιορτών όπως τα παιδιά, θυμάμαι πως δε μου καθότανε καλά η όλη εξέλιξη. Ναι ήμουν μόνη. Και μάλλον θα περνούσα μόνη όλες τις γιορτές. . Ήταν Χριστούγεννα! Όλα το φώναζαν.  Η μυρωδιά από τους κουραμπιέδες και τα μελομακάρανα που σπάζοντας μου τη μύτη, πάσχιζαν φιλότιμα να γλυκάνουν  τη μοναχική θλίψη μου, οι κάρτες με ευχές στο τραπεζάκι και κυρίως το δέντρο.  Μεγάλο, φουντωτό, με περίμενε υπομονετικά  καταμεσίς του καθιστικού. Κάθε χρονιά σαν το έστηνα, σκεφτόμουν ποιο βλακώδες σκεπτικό με έκανε να αγοράσω ένα τόσο μεγάλο δέντρο, αλλά εκείνη τη στιγμή ειδικά βλέποντας το  γυμνό από  στολίδια με τα φωτάκια του να αναβοσβήνουν ανάμεσα στα πυκνά κλαδιά του, μιας κι αυτά μονάχα είχα προλάβει να κρεμάσω πριν πλακώσουν τα απανωτά τηλεφωνήματα, ένιωθα να ανάβουν τα δικά μου τα λαμπάκια. Ουφ! Ούτε να το βλέπω δεν ήθελα και πολύ περισσότερο δεν είχα καμιά όρεξη, να ανοίγω κουτιά, να ανεβοκατεβαίνω στη σκάλα για να κρεμάσω  πάνω του βραδυάτικα μπάλες,  καμπανούλες κι Άγιους Βασίληδες.  Αποφασίζοντας  λοιπόν πως άμεσα έπρεπε να το ξεφορτωθώ άρχισα το μάζεμα ξεκινώντας  την αποδόμηση από τα κλαδιά της κορυφής του. “ Ξουτ!  Τώρα εσύ! Πήγαινε  πίσω στην αποθήκη και του χρόνου βλέπουμε” μονολογούσα δυνατά κι ευτυχώς δηλαδή που έλειπε ο άντρας μου γιατί ήμουν σίγουρη πως αν με άκουγε, κουνώντας το κεφάλι του θα επαναλάμβανε για πολλοστή φορά, ότι δεν καταλάβαινε  τη λόξα μου, άντε το κουσούρι μου πιο ευγενικά,  να μιλάω μόνη μου δυνατά, περιμένοντας μάλιστα κι απάντηση.
            Ανεβάζοντας το πόδι μου στο δεύτερο σκαλί της βοηθητικής μεταλλικής σκαλίτσας την ανακάλυψα. Μάλλον πρώτα την ένιωσα και μετά την είδα. Βολεμένη πίσω από το μικρό κίτρινο λαμπάκι φαινόταν ολοκάθαρα και αυτή και ό ιστός της. Πολλές φορές με είχαν ταλαιπωρήσει τα καλλιτεχνήματα της. Ανακαλύπτοντάς τα κρεμασμένα ανάμεσα στις γωνιές των ταβανιών, σε κάποιες από τις σπάνιες εκρήξεις συγυριστικής μου μανίας, με την ξαραχνιάστρα πάλευα από μακριά να τα εξολοθρεύσω.  Όμως ποτέ, μα ποτέ δεν έτυχε να δω από τόσο κοντά την  δημιουργό και το έργο της. Με το λεπτό της κορμάκι, κρεμασμένη ανάμεσα στις ασημένιες υπέροχες κλωστές της, κουνιόταν απαλά. Ίδια χορεύτρια απ'την Ανατολή λικνιζόταν ανάμεσα στα απλωμένα διάφανα πέπλα της. Ιέρεια σε τελετουργία μυστική. Ακροβάτισα που εκτελούσε με ακρίβεια, το επικίνδυνο νούμερό της  περιστρεφόμενη σε διάφανο, γυάλινο στεφάνι. Με κατάλαβε. Κουνώντας γρήγορα τα νημάτινα ποδαράκια της, προσπάθησε να κρυφτεί. Πράγμα αδύνατο, αφού ήμουν τόσο μα τόσο κοντά της. Στην κυριολεξία  φάτσα απέναντί της. Κοιταχτήκαμε. Είδα τα γουρλωμένα μάτια της ακριβώς απέναντι στα δικά μου να με παρατηρούν.  Γεμάτα φόβο; Αγωνία; Ανησυχία; Απορία μάλλον για το τι την περίμενε μετά. Για το ποιο θα ήταν το επόμενο βήμα της που εκείνη τη στιγμή εξαρτιόταν αποκλειστικά από τη δική μου απόφαση. Θαρρετά, καρτερικά  σε θέση άμυνας κάμποσο περίμενε να δει τη συνέχεια  κι όταν κατάλαβε πως δε σκόπευα να την ξεσπιτώσω χριστουγεννιάτικα, νιώθοντας ασφάλεια με αγνόησε για να ριχτεί όλο κέφι στη δουλειά της. Ξαφνιασμένες μείναμε να χαζεύει η μιά την άλλη ώρες πολλές. Έγώ ακίνητη στον καναπέ κι εκείνη σε πλήρη δράση. Αεικίνητη, μπλεγμένη ανάμεσα στις ασημοκλωστές της, γαντζώνοντάς τις από κλαδί σε κλαδί έκανε ακούραστα, μεθοδικά εκείνο που τόσο περίτεχνα ήξερε να κάνει. Πόντο πόντο, στόλιζε το αδειανό από κάθε τεχνητό στολίδι εκείνο δέντρο μου, δίνοντας του μια όψη εξωπραγματική! Με τα φωτάκια του να αναβοσβήνουν μαγικά  μέσα από τη θαμπάδα των αραχνοκλωστών της, θύμιζε ουράνιο θόλο τρυπημένο από χιλιάδες, εκατομμύρια λεπτά ασημοαστέρια.
            Δε θυμάμαι πόσες μέρες , νύχτες την άφησα εκεί να πηγαινόρχεται φουριόζα. Μάλλον μέχρι ωσότου, δεν μ'επαιρνε άλλο. Έπρεπε να βγάλω  από το σαλόνι το αστόλιστο για όλους τους άλλους χριστουγεννιάτικο δέντρο μου και να αποχαιρετήσω τη μικρή μου αράχνη. Όσο πιο συνωμοτικά γινόταν τη φυγάδευσα από το παράθυρο και ποτέ δε  τη λησμόνησα. Ούτε αυτήν, ούτε τη σιωπηλή, θεραπευτική της παρέα. Μάχη τη βάφτισα και για να την ευχαριστήσω της έκανα ένα ετεροχρονισμένο χριστουγεννιάτικο δώρο! Ένα ολόδικό της, μόνιμο σπίτι απ'όπου κανείς δε θα μπορούσε  να την διώξει ποτέ. Ένα βιβλίο -σπίτι που γράφει το όνομά της στην πόρτα του.
“Τα Χριστούγεννα της Μάχης” , εκδ. Παπαδόπουλος.



            Ίσως να της άξιζε ένα πιο εντυπωσιακό, πιο μεγάλο σε σχήμα βιβλιόσπιτο. Κάποιο που στις ευρύχωρες σελίδες του θα  φάνταζαν ακόμα  πιο εντυπωσιακές οι υπέροχες εικόνες της Ίριδας Σαμαρτζή που το εικονογράφησε. Ίσως η ιστορία της επειδή δεν ήταν  τόσο χαρούμενη, να μην είχε την ίδια εκδοτική επιτυχία με  το βιβλίου μου “ Η Μπουγάδα του Αι- Βασίλη” που προηγήθηκε και να μην έφτασε ίσαμε την Κορέα.
Ίσως.....Όμως εγώ “Τα Χριστούγεννα της Μάχης¨ τα αγαπώ! Και μαζί μου  ξέρω πως τα αγαπούν και όσοι τα γνωρίζουν. Κατά τα άλλα  μένοντας πιστή στη λόξα, κουσούρι μου, όπως θέλετε πείτε το, συνεχίζω να κουβεντιάζω  μόνη μου φωναχτά στα δέντρα, τα λουλούδια, τα λιοντάρια, στους καρχαρίες, στο φεγγάρι, στις πασχαλίτσες , τις μέλισσες, τους λύκους και φυσικά στη συντρόφισσα  Μάχη. Όποτε τη συναντώ ποτέ δεν παραλείπω να της μεταφέρω τα όσα γλυκά λόγια μου λένε μικροί και μεγάλοι. Φίλοι που έτυχε , παίρνοντας την στα χέρια τους, να διαβάσουν την απλή και τόσο συχνή στη μέρες μας συγκινητική της ιστορία.

Ιωάννα Κυρίτση- Τζιώτη
Ιούλιος 2018

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2018

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΕΝΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ-ΕΥΑ ΚΑΣΙΑΡΟΥ

 Ήσουν μόνο ένα παιδί


 
Διαβάζοντας κάθε μέρα μέσα ενημέρωσης ή ακούγοντας ειδήσεις παρατηρούσα ότι ερχόταν στην επιφάνεια και ένα περιστατικό σεξουαλικής κακοποίησης που ήταν γροθιά στο στομάχι μου. Η ευαισθητοποίησή μου για τα θύματα άρχισε από την ηλικία του γυμνασίου μου όταν στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, ήρθε στην επιφάνεια ένα τέτοιο τραγικό γεγονός. Πίστευα ότι επειδή ο συγκεκριμένος θύτης ήταν ένας άνθρωπος που ερχόταν συχνά σε επαφή με τα παιδιά, μιας και το μαγαζί του ήταν ακριβώς απέναντι από το σχολείο μου, και πουλούσε σχολικά είδη, κάποιο από τα παιδιά που συναναστρεφόμουν μαζί τους ίσως είχε δεχτεί το δικό του «παιχνίδι» και με έπιανε τρόμος. Ένα άλλο τραγικό γεγονός συνέβη όταν υπηρετούσα σε σχολείο. Η μητέρα ενός παιδιού που είχα στην τάξη μου αυτοκτόνησε γιατί δεν άντεχε αυτό που γινόταν μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Ο πατέρας κακοποιούσε σεξουαλικά την μεσαία του κόρη. Πραγματικά δεν μπορεί να φανταστεί κανείς για να φτάσει σε αυτή τη λύση η γυναίκα το τι γινόταν μέσα στο σπίτι. Όταν το έμαθα κατέρρευσα Αυτό που με εντυπωσίασε είναι ότι στην πλειοψηφία τους όλοι οι θύτες είναι άτομα από το στενό οικογενειακό ή φιλικό περιβάλλον , η δράση τους λαμβάνει χώρα κάτω από τη μύτη των γονέων οι οποίοι τους εμπιστεύονται τα παιδιά τους. Ξεκίνησα να σκιαγραφώ μια φανταστική ιστορία, με αυτά τα ερεθίσματα που είχα δεχτεί. Ψάχνοντας στη βιβλιογραφία για να δω πώς το διαπραγματεύονται οι άλλοι συγγραφείς εφηβικών και νεανικών βιβλίων αυτό το θέμα, διαπίστωσα ότι δεν υπάρχουν βιβλία με κεντρικό θέμα την παιδική σεξουαλική κακοποίηση. Δεν ξέρω γιατί … ίσως είναι ένα θέμα που δεν το αγγίζουμε γιατί κάνει τζιζ; Ή είναι ένα θέμα που δεν ξέρουμε πώς να το διαχειριστούμε; Ή είναι ένα θέμα που δεν αφορά εμάς και την κοινωνία; Τόλμησα λοιπόν να σκιαγραφώ την ιστορία μου με όλους τους κινδύνους που μπορεί να περικλείει ένα τέτοιο θέμα. Διάβασα αρκετά. Παρόλο αυτά δεν μπορούσα να διαπραγματευτώ τις ψυχολογικές νομικές και κοινωνικές παραμέτρους για αυτό ζήτησα την βοήθεια ενός ψυχολόγου και ενός ποινικολόγου. 
 
 
 Όταν διέδωσα στην παρέα μου ότι θα ασχοληθώ με αυτό το θέμα «άνοιξαν στόματα» . Όλοι είχαν και κάποια ιστορία που είχαν ακούσει ή που έπεσε στην αντίληψή τους ή που συνέβη σε κοντινό τους πρόσωπο. Ευτυχώς αυτά τα κοντινά πρόσωπα δέχτηκαν να μου μεταφέρουν άμεσα ή έμμεσα τα δικά τους συναισθήματα που βίωσαν. Τα παιδιά θύματα αποσύρονται μέσα στον φόβο την σιωπή και την ενοχή. Φιλοδοξώ με την ανάγνωση του βιβλίου αυτού « ήσουν μόνο ένα παιδί» να ανοίξει ένα παράθυρο στη σιωπή γιατί πιστεύω ακράδαντα ότι όταν ένα παιδί ή και ενήλικας ακόμα δει το πρόβλημά του οποιοδήποτε και αν είναι αυτό, σε ένα βιβλίο και καταλάβει ότι αυτό συμβαίνει και σε άλλον και δεν είναι δική του περίπτωση δικό του βίωμα μόνο, θα προβληματιστεί και θα μπορέσει καλύτερα να ανοιχτεί και να μιλήσει για αυτό που το βασανίζει. Ή και να μην τολμήσει να μιλήσει σίγουρα θα ανακουφιστεί.